ή εναλλακτικά, όταν το τηλέφωνο χτυπήσει η Κουμπάρα θα μου απαντήσει.
Ντριιιν, Ντριιννν
Mahler: Καλησπέρα κουμπάρα, καλά είσαι; μήπως ενοχλώ;
Κουμπάρα: Να σε πάρω σε λίγο κουμπάρε γιατί φτιάχνω φαγητό στο Μήτσο το στεφάνι μου;
Μ: Του φτιάχνεις φαγητό; Γιατί τέτοιες καλοσύνες, τον χάνουμε τον ήρωα και είπες να τον περιποιηθείς;
Κ: Κουμπάρε κρυάδες αλλά δεν θα σου θυμώσω γιατί είμαι ήδη έξαλλη με την μητέρα.
Μ: Γιατί τι έκανε η μητέρα Θεοδοσία;
Κ: Έβγαλε εντελώς τα φρύδια της...
Μ: Μαρή την άφησες να βάλει ξυράφι στο πρόσωπο;
Κ: Μαλάκα μου τι ξυράφι, με το τσιμπιδάκι τις έβγαλε, μία μία. 95 χρονών γυναίκα.
Μ: Αχ κοκέτα. Σε τίποτα δεν την έμοιασες. Μάλλον από τον μπαμπά θα πήρες.
Κ: Μπα, ούτε από εκεί. Ήταν άρχοντας ο πατέρας.
Μ: Στον νουνό τότες;
Κ: Ούτε. Ήταν πολύ σικάτος ο συγχωρεμένος.
Μ: Τότε να υποθέσω στον τρελό παπά που σε βάφτισε;
Κ: Α γεια σου κουμπάρε.
Μ: Και δεν μου λες, για να γυρίσουμε στο αρχικό θέμα που αναστάτωσε το είναι σου, τι φάση που συγχύστηκες που έβγαλε τα φρύδια της η Θεοδοσία;
Κ: Γιατί τώρα θέλει να τα ζωγραφίσει ξανά...
Μ: Ε δώσε της ένα μολύβι...
Κ: Και μου ζητάει μαρκαδόρο.
Μ: Τρελαίνομαι. Μην της δώσεις κάνα παιδικό carioca και ξεβάψει γίνει χάλια. Έναν ανεξίτηλο και μάλιστα να της κάνεις το ένα φρύδι σηκωμένο να σας κοιτάζει όλους επιτιμητικά. Για πάντα!
Κ: Κουμπάρε παίζεις με τον πόνο μου;
Μ: Γιατί δεν την πας να της κάνεις τατού φρύδια;
Κ: Η αλήθεια είναι πως σκέφτηκα να την πάω σε έναν γνωστό. Και να καθίσουμε στην αίθουσα αναμονής με τους χαρλεάδες και τους υποψήφιους σεφ που θα περιμένουν για να κάνουν τα δικά τους. Το γέλιο που θα κάνουμε όλοι θα είναι τέτοιο που θα μου κάνουν και κανά τατού δώρο.
Μ: Και γιατί δεν πάτε; Αν είναι να κάνω κοπάνα και από την δουλειά όμως γιατί κάτι τέτοιο δεν το χάνω.
Κ: Είναι που αφενός δεν οδηγώ, αφετέρου, έμαθα πως τα φρύδια τατού δεν τα κάνουν οι τατουατζίδες, αλλά οι τριχούδες, ή μάλλον οι αποτριχούδες. Οι αισθητικές δηλαδή.
Μ: Δεν έχει και πολύ πλάκα αυτό. Καλύτερα με τον μαρκαδόρο να σας έρθει και φτηνά.
Κ: Κουμπάρε θα το σκεφτώ. Προς το παρόν πάω να δώσω τα τοστάκια στον Μήτσο που τόση ώρα τον έχω στο περίμενε.
Μ: Αυτό ήταν που του μαγείρευες ακαμάτρα;; Α, ρε Μήτσο Ήρωα.